Η προπαγάνδα είναι ένας όρος που προέρχεται από τη Λατινική, που σημαίνει την εξάπλωση ορισμένων δογμάτων ή ιδεολογιών.
Η προπαγάνδα χρησιμοποιείται συχνά στην πολιτική για να επηρεάσει τις δημόσιες απόψεις ή τις απόψεις σε ένα ζήτημα ή υποψήφιο.
Στην Ινδονησία, η προπαγάνδα χρησιμοποιείται συχνά για την ενίσχυση της υποστήριξης για ορισμένα πολιτικά κόμματα.
Κατά τη διάρκεια της εποχής της νέας τάξης, η προπαγάνδα χρησιμοποιήθηκε εντατικά για να ενισχύσει την κυβερνητική εξουσία και να επηρεάσει την άποψη της κοινωνίας.
Η προπαγάνδα με τη μορφή αφισών και διαφήμισης εμφανίζεται συχνά σε δημόσιους χώρους όπως αυτοκινητόδρομους ή σιδηροδρομικούς σταθμούς.
Η προπαγάνδα χρησιμοποιείται επίσης συχνά σε γενικές εκστρατείες για την εισαγωγή υποψηφίων και την επίδραση της κοινής γνώμης.
Η προπαγάνδα μπορεί να έχει θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο ανάλογα με το σκοπό της και τον τρόπο που παραδίδεται.
Η προπαγάνδα χρησιμοποιεί συχνά ψυχολογικές τεχνικές για να επηρεάσει τα συναισθήματα και τα μυαλά του λαού.
Η προπαγάνδα μπορεί να γίνει χρησιμοποιώντας έντυπα, τηλεόραση, ραδιοφωνικά και μέσα στο διαδίκτυο.
Η προπαγάνδα θεωρείται συχνά ως ανήθικη μορφή χειρισμού πληροφοριών.