Το ενεργειακό ποτό εισήχθη για πρώτη φορά το 1962 στην Ιαπωνία με το όνομα Lipovitan-D.
Τα κύρια συστατικά στα ενεργειακά ποτά είναι η καφεΐνη, η ταυρίνη, η ζάχαρη και η βιταμίνη Β.
Το ενεργειακό ποτό περιέχει περισσότερη καφεΐνη από τον καφέ, έτσι ώστε να μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες όπως παλμών, πονοκεφάλους και άγχος.
Η υπερβολική κατανάλωση ενεργειακών ποτών μπορεί να προκαλέσει αφυδάτωση, διαταραχές ύπνου και άλλα προβλήματα υγείας.
Ορισμένες χώρες όπως η Νορβηγία, η Ουρουγουάη και το Κουβέιτ έχουν απαγορεύσει την πώληση ενεργειακών ποτών σε παιδιά και εφήβους.
Το ενεργειακό ποτό μπορεί να βελτιώσει τη σωματική και γνωστική απόδοση, επομένως καταναλώνεται συχνά από αθλητές και μαθητές κατά τη διάρκεια των εξετάσεων.
Πολλά ενεργειακά ποτά ισχυρίζονται ότι αυξάνουν τη λίμπιντο και τη θεραπεία της ανικανότητας, αλλά ο ισχυρισμός αυτός δεν υποστηρίζεται από επιστημονική έρευνα.
Το ενεργειακό ποτό μπορεί να κάνει κάποιον να αισθάνεται πιο ξύπνιος και ενθουσιασμένος, αλλά αυτό το αποτέλεσμα είναι μόνο προσωρινό και μπορεί να προκαλέσει εξάρτηση.
Η περιεκτικότητα σε ζάχαρη στα ενεργειακά ποτά είναι πολύ υψηλή, έτσι ώστε να μπορεί να προκαλέσει παχυσαρκία, διαβήτη και άλλα προβλήματα υγείας, εάν καταναλώνεται υπερβολικά.
Ορισμένες χώρες όπως η Γαλλία, η Δανία και οι Κάτω Χώρες έχουν εφαρμόσει ειδικούς φόρους για ενεργειακά ποτά ως προσπάθεια να μειωθούν η υπερβολική κατανάλωση.